December 18, 2016

Ένα αφιέρωμα στον Άγνωστο Στρατιώτη, στον Άγνωστο Άνθρωπο

By In ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ, ΝΕΕΣ ΦΩΝΕΣ

της Άννας Ιωαννίδου

 

Κεφάλαιο, Αγνοούμενοι Κύπρου. Έτος, 1974. Κάποιος θα μπορούσε να πει, ότι 40 χρόνια μετά, εκείνη την 27η Οκτωβρίου του 2014, “έκλεισε” και για τον δικό μας Άνθρωπο αυτό το κεφάλαιο. Αφήνοντας πίσω μας την Κύπρο του 2014, προχωρήσαμε για λίγες ώρες στην Κύπρο του 1974. Δείχνοντας ταυτότητα στην ίδια μας τη χώρα, περάσαμε στα ενδότερα. Εκείνα που τα κατέχουν άλλοι. Στη διαδρομή προς το ανθρωπολογικό, ένα βενζινάδικο εγκαταλελειμμένο. Ωμή πραγματικότητα. Περνούσα για πρώτη φορά την κατεχόμενη γη της πατρίδας μου. Ασύλληπτο για το νου. Για την καρδιά, ούτε λόγος.

Φτάσαμε στο ανθρωπολογικό. Ήρθε κι η δική μας σειρά βλέπεις, για να μας ανακοινώσουν επισήμως, τα κακά μαντάτα. Βρέθηκαν τα λείψανα του μέχρι τότε αγνοούμενου συγγενή μας. Μερικά λείψανα, καθόλου ατάκτως τοποθετημένα σε ένα τραπέζι. Μερικά, γιατί τα υπόλοιπα δε βρέθηκαν. “Μερικά” για τους πολλούς και “δικά” για τους πιο σχετικούς.

“Λείψανο δεξιού ισχίου”. “Λείψανο κάτω γνάθου”. Φράσεις που καταχωρήθηκαν βαθιά. Φράσεις που δύο χρόνια αργότερα, κατάφεραν να αποτυπωθούν στο χαρτί. Άλλα πυροβολημένα. Κι άλλα θρυμματισμένα. Σε κάθε περίπτωση, τα δικά του λείψανα.

Μέσα, έβρεχε καταρρακτωδώς συναισθήματα. Έξω, έριχνε χαλάζι. Είναι που κι η φύση θέλησε να συντονιστεί εκείνη την 27η. Να συμπάσχει. Να εκφραστεί κι εκείνη, όσο έντονα άρμοζε στην περίσταση.

Όνομα κατόχου λειψάνων: Παντελής. Επίθετο στρατιώτη: Γρηγορίου. Θυμήθηκα τους στίχους που έτσι μαγικά και μοναδικά είχε γράψει ο μεγάλος Κώστας Μόντης, για τον Άγνωστο Άνθρωπο και τον Άγνωστο Στρατιώτη.

Ο δικός μας άγνωστος ήταν και στρατιώτης, ήταν και άνθρωπος. Ήταν ο θείος Παντελής. Άγνωστος για τους πολλούς, μα τόσο γνώριμος για μένα, κι ας μην τον είδαν ποτέ τα μάτια μου. Μου τον έμαθαν καλά, οι ιστορίες της γιαγιάς, της μάνας μου, των αδερφών της, που τόσο μα τόσο πολύ τον λάτρεψαν. Μου τον γνώρισαν τα παραπονεμένα μάτια του παππού μου, που πάντα μα πάντα, φανέρωναν μια θλίψη, ακόμη κι όταν προσπαθούσαν γελώντας να χαρούν.

«Κρίμα που δεν πρόλαβε κι ο αδερφός του ο μεγάλος, να δει, έστω, και τα λείψανά του», άκουσα να λένε μες σε κείνη τη ψυχρή αίθουσα. Κρίμα; Ή Λύτρωση;, σκέφτηκα, που έμεινε να τον θυμάται, έτσι ανεξακρίβωτο, ανεπιβεβαίωτο, το χαμό του, ο πολυαγαπημένος μου παππούς.

10 χρόνια κρατούσε τη φωτογραφία του αγνοούμενου αδερφού στο χέρι, του αγαπημένου του μικρού αδερφού, και γύρισε κάθε πιθανό σημείο, κάθε υποψήφιο γνωρίζοντα, ρωτώντας αν κάποιος τον είδε, αν κάποιος ήξερε κάτι παραπάνω να του πει. Μάταια. Κανένα νέο. Καμία ένδειξη. Πέρασε όλα τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του περιμένοντας. Ελπίζοντας, το ανέλπιστο.

Άλλος ένας Άγνωστος Στρατιώτης. Άλλος ένας Άγνωστος Άνθρωπος που χάθηκε τόσο άδοξα, τόσο νωρίς, ο θείος Παντελής.

27η Οκτωβρίου. Έτος 2014. Ημέρα ορόσημο για όλους όσους ήμασταν παρόντες σ’ εκείνη τη ζώνη, που οι πολλοί συνήθισαν πια ν’ αποκαλούν νεκρή, κι ας ήταν εκείνο το πρωί τόσο ζωντανή.  Παρόντες σ’ ένα δωμάτιο αναγνώρισης. Στο δωμάτιο με τα δεκάδες ντοκουμέντα. Τα ντοκουμέντα πολέμου. Τα ντοκουμέντα, μιας αιώνιας, ηρωικής μορφής…

 

 

Αφιερωμένο σε κάθε Άγνωστο Στρατιώτη, σε κάθε Άγνωστο Άνθρωπο, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μάχεται καθημερινά, για έναν καλύτερο Ήλιο, για ένα λαμπρότερο Φως.

 

15626331_10211690600683550_7851361522338628587_o
Ο Παντελής Νικηφόρου, ήταν ο Δάσκαλος του χωριού Αλάμπρα. Το ποίημα είναι γραμμένο κι αφιερωμένο από τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου του χωριού.

Leave a Comment